Μία ιστορία που πρέπει να μάθουν οι Έλληνες.
"Τα έθνη αυξάνονται με την προώθηση του πολιτισμού τους" Φρίντριχ Ράτσελ. Γερμανός "πατέρας" της γεωπολιτικής.
Αλλά διάολε εδώ είναι. Μπροστά μου... Στέκομαι εδώ που στάθηκε ίσως κάποτε ο Μέγας Αλέξανδρος θαυμάζοντας ένα άγαλμα της Αφροδίτης, ή ο Δημόκριτος ή ο Φίλιππος ή... Ο Λιαντίνης είχε γράψει κάποτε στο Homo Educandus "
Αλλά τι κουβέντες είναι αυτές που κάνουμε. Εδώ είναι Ελλάντα και ο ναός αυτός κινδυνεύει να γίνει θεμέλια πολυκατοικίας!
Το μάτι του Γιάννη με κοίταξε ίσια. Τα λόγια του χωρίς περιστροφές, "ο ναός αυτός δεν θα θαφτεί."
Απευθυνόμαστε σε όσους αγαπάνε την Ελλάδα, σε όσους πιστεύουν στην τουριστική ανάπτυξη, σε όσους αντιλαμβάνονται την τεράστια γεωπολιτική αξία του ναού και ζητάμε να το διαδώσετε παντού. Σε λίγες μέρες θα λειτουργήσει σελίδα ειδικά για αυτό τον σκοπό στην παρακάτω διεύθυνση http://www.templeofvenus.gr/ στην οποία θα μπορείτε να ενημερώνεστε για την πορεία της υπόθεσης του ναού και να ενημερώνετε και εσείς τους φίλους και γνωστούς. Τα ΜΜΕ δεν πρόκειται ποτέ να μας στηρίξουν. Στηρίξτε εσείς τον πολιτισμό και τα μνημεία του έθνους μας. Για αυτές τις πέτρες θα πολεμήσουμε λοιπόν. Για να τις δώσουμε στα παιδιά μας, που τους ανήκουν.
*Η ΑΣΑΛΕΥΤΗ ΖΩΗ
Και τ' άγαλμα αγωνίστηκα για το ναό να πλάσω
στην πέτρα τη δική μου απάνω,
και να το στήσω ολόγυμνο, και να περάσω,
και να περάσω, δίχως να πεθάνω.
και τό'πλασα. Κ’οι άνθρωποι, στενοί προσκυνητάδες
στα ξόανα τ' άπλαστα μπροστά και τα κακοντυμένα,
θυμού γρικήσαν τίναγμα και φόβου ανατριχάδες,
κ' είδανε σαν αντίμαχους και τ' άγαλμα κ' εμένα.
Και τ' άγαλμα στα κύμβαλα, κ' εμέ στην εξορία.
Και προς τα ξένα τράβηξα το γοργοπέρασμά μου
και πριν τραβήξω, πρόσφερα παράξενη θυσία
έσκαψα λάκκο, κ' έθαψα στο λάκκο τ' άγαλμά μου.
Και του ψιθύρησα: «Αφαντο βυθίσου αυτού και ζήσε
με τα βαθιά ριζώματα και με τ' αρχαία συντρίμμια,
όσο που νάρθ' η 'ωρα σου, αθάνατ' άνθος είσαι,
ναός να ντύση καρτερεί τη θεία δική σου γύμνια!»
Και μ’ ένα στόμα διάπλατο, και με φωνή προφήτη,
μίλησ’ ο λάκκος: «Ναός κανείς, βάθρο ούτε, φως, του κάκου.
Για δω, για κει, για πουθενά το άνθος σου, ω τεχνίτη!
Κάλλιο για πάντα να χαθή μέσ’ στ’ άψαχτα ενός λάκκου.
Ποτέ μην έρθ’ η ώρα του! Κι αν έρθη κι αν προβάλη,
μεστός θα λάμπη και ο ναός από λαό αγαλμάτων,
τ’ αγάλματα αψεγάδιαστα, κ’ οι πλάστες τρισμεγάλοι
γύρνα ξανά, βρυκόλακα, στη νύχτα των μνημάτων!
Το σήμερα είτανε νωρίς, τ’ αύριο αργά θα είναι,
δε θα σου στρέξη τ’ όνειρο, δε θάρθ’ η αυγή που θέλεις,
με τον καημό τ’ αθανάτου που δεν το φτάνεις, μείνε,
κυνηγητής του σύγγνεφου, του ίσκιου Πραξιτέλης.
Τα τωρινά και τ’ αυριανά, βρόχοι και πέλαγα, όλα
σύνεργα του πνιγμού για σε και οράματα της πλάνης
μακρότερη απ’ τη δόξα σου και μια του κήπου βιόλα
και θα περάσης, μάθε το, και θα πεθάνης!»
Κ’ εγώ αποκρίθηκα: «Ας περάσω κι ας πεθάνω!
Πλάστης κ’ εγώ μ’ όλο το νου και μ’ όλη την καρδιά μου
λάκκος κι ας φάη το πλάσμα μου, από τ’ αθάνατα όλα
μπορεί ν’ αξίζει πιο πολύ το γοργοπέρασμά μου».
Πηγή: http://emmanouilpapas.blogspot.com/2011/10/blog-post_13.html